Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση είναι μία από τις συχνότερες γυναικολογικές παθήσεις. Περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1869 αλλά ακόμα η παθογένειά της δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως. Προσβάλλει ή επηρεάζει γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και μπορεί να προκαλέσει πόνο ή υπογονιμότητα. Μερικές ασθενείς με ενδομητρίωση δεν παρουσιάζουν συμπτώματα, ενώ άλλες υποφέρουν από επώδυνες περιόδους και πόνο κατά την επαφή. Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να παρουσιαστούν το καθένα μόνο του ή σε οποιουσδήποτε συνδυασμούς και σε διαφόρους βαθμούς βαρύτητας.
Είναι μια κατάσταση κατά την οποία ανευρίσκεται ενδομήτριο, σε περιοχές εκτός του εσωτερικού της μήτρας, όπου αυτό βρίσκεται φυσιολογικά και αποβάλλεται σε κάθε έμμηνο ρύση. Μπορεί να βρεθεί στις ωοθήκες, σε συνδέσμους που στηρίζουν τη μήτρα, στο περιτόναιο, στα γειτονικά όργανα όπως το έντερο ή η ουροδόχος κύστη. Ακόμα, μπορεί να παρατηρηθεί σε πιο απομακρυσμένα όργανα όπως οι πνεύμονες, σε ουλές στην κοιλιακή χώρα ή στο περίνεο αλλά και στο μυικό τμήμα της μήτρας, στο μυομήτριο. Η τελευταία αυτή περίπτωση ονομάζεται αδενομύωση. Οι περιοχές της ενδομητρίωσης εμφανίζονται ως ‘εστίες’ ή ‘κηλίδες’, οι οποίες μπορεί να έχουν άσπρο, κόκκινο, μπλέ σκούρο, καφέ ή μαύρο χρώμα. Στις ωοθήκες παρατηρούνται κύστεις ενδομητριωσικές, οι οποίες μπορεί να περιέχουν ‘σοκολατοειδές’ υγρό. Στις ήπιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν μερικές εστίες στο περιτόναιο, ενώ στις βαριές περιπτώσεις μπορεί η νόσος να καταλαμβάνει όλη την πύελο. Η ενδομητρίωση συνήθως προσβάλλει τους γύρω ιστούς και οι συμφύσεις που προκαλεί, μπορεί να επεκτείνονται στα γειτονικά όργανα και στις βαριές περιπτώσεις να τα σκεπάζουν εντελώς.
Μπορεί να αντιμετωπιστεί με φάρμακα ή με χειρουργική επέμβαση ή με συνδυασμό των δύο αυτών τρόπων. Γενικά η ενδομητρίωση μπορεί να διαγνωστεί κατά την εκτέλεση λαπαροσκόπησης ή λαπαροτομίας και επειδή πολλές γυναίκες δεν παρουσιάζουν συμπτώματα δεν μπορεί να εκτιμηθεί η ακριβής συχνότητα της στο γενικό πληθυσμό. Αρκετοί συγγραφείς την υπολογίζουν στο 20-30% των γυναικών της αναπαραγωγικής ηλικίας.
Δεν είναι γνωστό αν κληρονομείται, αλλά μια γυναίκα με στενή συγγενή που έχει ενδομητρίωση είναι πιθανό να έχει και η ίδια ενδομητρίωση.
Ενδομητρίωση και καταμήνιος κύκλος
Δεν είναι γνωστό γιατί μερικές γυναίκες αναπτύσσουν ή προσβάλλονται από ενδομητρίωση. Είναι γνωστό όμως, ότι η νόσος έχει σχέση και εξαρτάται από τις γυναικείες ορμόνες, οι οποίες παράγονται από τις ωοθήκες κατά τον καταμήνιο αναπαραγωγικό κύκλο που εμφανίζεται κάθε μήνα. Οι ορμόνες αυτές είναι τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη. Τα οιστρογόνα παράγονται κυρίως στο πρώτο μισό του κύκλου, ενώ η προγεστερόνη αλλά και τα οιστρογόνα σε έναν βαθμό, παράγονται στο δεύτερο μισό.
Κάθε μήνα, στη μέση περίπου του κύκλου απελευθερώνεται από την ωοθήκη ένα ωάριο και το φαινόμενο αυτό αποτελεί την ωορρηξία. Το ωάριο συλλαμβάνεται από την σάλπιγγα και γονιμοποιείται μέσα σε αυτή από το σπερματοζωάριο, ενώ η μεταφορά του ακολουθεί λίγο αργότερα προς το εσωτερικό της μήτρας για να αρχίσει η εγκυμοσύνη. Αν το ωάριο δεν γονιμοποιηθεί, τότε χάνεται και στο τέλος του καταμήνιου κύκλου εμφανίζεται η περίοδος.
Η ενδομητρίωση επηρεάζεται από τις μεταβολές του καταμήνιου κύκλου και αναπτύσσεται υπό την επίδραση των οιστρογόνων. Η περιοχή με το ‘έκτοπο’ ενδομήτριο, που αποτελεί την νόσο, μιμείται το φυσιολογικό ενδομήτριο, αλλά το αίμα που παράγεται δεν μπορεί να ‘αποχετευθεί’και παραμένει στο ίδιο σημείο ή σημεία, προσβάλλοντας τους γύρω ιστούς.
Αιτίες
Πολλές θεωρίες έχουν προταθεί για την επεξήγηση του φαινομένου της ενδομητρίωσης. Όλοι την έχουν δει, αλλά κανείς δεν ξέρει γιατί συμβαίνει. Η θεωρία της ανάστροφης εμμηνορρυσίας, αναφέρει ότι το αίμα κατά την περίοδο παλινδρομεί μέσω των σαλπίγγων προς την περιτοναική κοιλότητα και εμφυτεύονται με αυτόν τον τρόπο τμήματα ενδομητρίου, στην περιτοναική κοιλότητα και τα όργανα της πυέλου. Άλλες θεωρίες περιλαμβάνουν την μεταναστευτική και τη θεωρία της μεταπλασίας. Δεν μπορεί να εξηγηθεί πλήρως με καμιά θεωρία το φαινόμενο της ενδομητρίωσης, ενώ δεν ξέρουμε επίσης γιατί συμβαίνει σε μερικές και όχι σε όλες τις γυναίκες.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης μπορεί να ποικίλλουν σε κάθε ασθενή, αλλά ούτε και αντανακλούν ακριβώς την βαρύτητα της κατάστασης. Μερικές γυναίκες δεν έχουν καθόλου συμπτώματα, ενώ άλλες παρουσιάζουν πολύ επώδυνες περιόδους, πόνο κατά την επαφή ή υπογονιμότητα. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να συμβαίνουν μόνα τους ή σε διάφορους συνδυασμούς ποικίλου βαθμού. Είναι πιθανό επίσης, γυναίκες με ήπια νόσο (πρώτου σταδίου) να έχουν περισσότερα συμπτώματα από εκείνες με προχωρημένη νόσο (τετάρτου σταδίου). Επώδυνες περίοδοι ή δευτεροπαθής δυσμηνόρροια, μπορεί να είναι σύμπτωμα ενδομητρίωσης. Όμως, πολλές γυναίκες με το ίδιο σύμπτωμα δεν έχουν ενδομητρίωση, όπως παρατηρείται συχνά στην εφηβεία, χωρίςόμως να είναι συχνή η εμφάνιση της ενδομητρίωσης σε αυτή την ηλικία.
Πολλές γυναίκες με ενδομητρίωση κυρίως στα αρχικά στάδια δεν έχουν πρόβλημα υπογονιμότητας, άλλες όμως μπορεί να έχουν. Στις προχωρημένες καταστάσεις μπορεί να υπάρχουν συμφύσεις ή ουλές μεταξύ των σαλπίγγων και των ωοθηκών και να επηρεάζεται η γονιμότητα. Η ενδομητρίωση μπορεί να προκαλεί χρόνιο κυκλικό πόνο στην κοιλιά ή πόνο στην επαφή (δυσπαρευνία). Μπορεί επίσης να παρουσιάζεται ανώμαλη περίοδος στις γυναίκες με ενδομητρίωση. Ύπαρξη αίματος στα ούρα ή τα κόπρανα μπορεί να συμβεί, όταν προσβληθούν η ουροδόχος κύστη ή το έντερο.
Διάγνωση
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης δεν μπορεί να γίνει μόνο από τα συμπτώματα γιατί αυτά μπορεί να μην υπάρχουν σε αρκετές περιπτώσεις. Ο γυναικολόγος μπορεί να την υποπτευθεί όταν μια γυναίκα παρουσιάζει υπογονιμότητα, έχει επώδυνες περιόδους ή δυσπαρευνία ή παρουσιάζει επίμονη κύστη στην ωοθήκη με ιδιαίτερα υπερχογραφικά ευρήματα. Σημαντικό είναι επίσης και το οικογενειακό ιστορικό.
-
Κολπική γυναικολογική εξέταση
-
Λαπαροσκόπηση
-
Αιματολογική εξέταση (CA-125)
-
Διακολπικό υπερηχογράφημα
-
Μαγνητική τομογραφία
-
Κολονοσκόπηση ή Κυστεοσκόπηση
Θεραπεία
Αρχικά, η θεραπεία της νόσου εξατομικεύεται για κάθε ασθενή με σκοπό να βελτιώσει τα συμπτώματα (π.χ. χρόνιο πυελικό άλγος) και να διατηρήσει τη νόσο σε ύφεση. Μπορεί να περιλαμβάνει ορμονική θεραπεία, χειρουργική θεραπεία ή συνδυασμό των δύο μεθόδων.
Επίσης η εγκυμοσύνη αποτελεί ένα είδος θεραπείας της νόσου αφού δεν υπάρχει ωορρηξία και έμμηνος ρύση για εννέα μήνες. Η θεραπεία της ενδομητρίωσης στοχεύει φυσικά και στην θεραπεία της υπογονιμότητας, από την οποία υποφέρουν πολλές γυναίκες με ενδομητρίωση. Σε αυτό το σημείο, η χειρουργική ή η φαρμακευτική θεραπεία, μπορεί να συνδυαστεί με τις τεχνικές της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (π.χ. εξωσωματική γονιμοποίηση), ώστε να επιτευχθεί με περισσότερες πιθανότητες μια εγκυμοσύνη.
Ορμονική θεραπεία
-
Νταναζόλη
-
Προγεσταγόνα
-
GnRH αγωνιστές (πχ. λευπρολίδη, τριπτορελίνη)
-
Αντισυλληπτικό χάπι